Κάποτε, ο τεραστιότατος Jimi Hendrix είχε πει πως τα blues εύκολα τα παίζεις, δύσκολα τα νιώθεις. Αυτό, ισχύει για όλο το φάσμα της μουσικής. Τεχνικά, μπορείς να παίξεις ό,τι θες, ωστόσο αν δεν βάλεις την ψυχή σου δεν θα είναι το ίδιο. Προσωπικά, δεν ξέρω από μουσική και νότες, ξέρω όμως να ακούω κι εδώ ο Hendrix μας ξελασπώνει, όλους εμάς που ούτε φλογέρα δεν μάθαμε να παίζουμε. Γενικά, εκτιμώ και θαυμάζω πολύ τους ανθρώπους που ξέρουν από μουσική που παίρνουν μία κιθάρα τη γρατζουνάνε και βγαίνουν μελωδίες γνωστές ή πρωτότυπες, αυτά τα σολάκια που απλά αφήνεις τα δάχτυλά σου και γίνονται ένα με το μουσικό όργανο κι είναι πλέον προέκταση του εαυτού σου. Δεν υπάρχει πιο μαγική στιγμή, από έναν συναυλιακό χώρο, ένα μπαράκι, ένα μικρό πάλκο ή ακόμα και μία μικρή αλάνα, όπου κάθεσαι αποσβολωμένος ακούγοντας μουσική. Έτσι, την έπαθα και με τους Drunk Jackals.
Ας τα πάρουμε από την αρχή. Ηταν καλοκαιράκι, στη ροκ συνάντηση του Κιάτου, όταν συνάντησα τον Θοδωρή παλιό μου συμμαθητή και πολύ καλό μου φίλο. Εκεί, μου είπε, για το νεοσύστατο συγκρότημά τους, το οποίο ήταν ανώνυμο, έως εκείνη τη στιγμή, ακόμα στα σπάργανα κι αποχώρησε χαιρετώντας με, χωρίς άλλες περαιτέρω λεπτομέρειες. Δεν σας κρύβω πως έμεινα να σκέφτομαι ένα πράγμα: ας μην είναι ένα ακόμη έντεχνο συγκρότημα, σαν απομίμηση Κατσιμιχαίων (μπλιαξ sorry “έντεχνοι”). Στην πρώτη live εμφάνισή τους, στο Korythmos Festival που πήγα είχα παντελή άγνοια, για το τί θα συναντήσω. Αφού έπεσε ο ήλιος, μεταξύ άφθονου αλκοόλ- πυκνού καπνού από τσιγάρα και χώματος έγινε ένα μικρό θαύμα. Όταν τα παιδιά ξεκίνησαν να παίζουν, άρχισα να νιώθω τα άκρα μου να μουδιάζουν, τη φωνή μου να εγκαταλείπει και την καρδιά μου να χτυπά στο ρυθμό της μουσικής τους. Αφέθηκα στο “ηλεκτρικό” μπλουζ το όμορφα μπερδεμένο με την άτακτη ροκιά τους, ταξίδεψα στα καταγώγια του Μισισίπι κι έκανα ένα πέρασμα από τις πλατείες του Σικάγο, με αυτόν τον συχνά ακανόνιστο ρυθμό της φωνής, το κλάμα της κιθάρας, την επιβλητικότητα του μπάσου και τη νευρικότητα των ντραμς. Εκείνη τη βραδιά, ερωτεύθηκα την μουσική τους υπόσταση. Αυτά τα τέσσερα πλάσματα είναι η μουσική η ίδια. Είναι οι Drunk Jackals, σαν ένα παλιό, καλό μπέρμπον που σε παρασύρει στη μέθη των “βασανισμένων” τραγουδιών τους και σε φτάνουν σε έκσταση.
Συγκεκριμένα, οι Drunk Jackals σχηματίστηκαν τον Φεβρουάριο του 2015 στην αχανή, ανελέητη έρημο που είναι γνωστή ως Κόρινθος. Επηρεασμένοι απ’ το περιβάλλον τους και τα κοινά τους γούστα, αποφάσισαν να παίξουν παλιομοδίτικο αμερικάνικο ροκ, με φόντο τη σκονισμένη αμερικανική δύση. Έχοντας ως όπλο το αλκοόλ και διάθεση για ροκάρισμα στρέφουν το βλέμμα τους στον ορίζοντα με τον καυτό ήλιο, να δύει από πίσω τους. Δημιουργούν χτίζοντας πάνω στη μουσική που οι ίδιοι συνθέτουν, μετά από πολύωρα τζαμαρίσματα, με στίχους απλούς, αλλά πάντα σωστά στοχευμένους, σαν σάρκα που δένει τον σκελετό της μουσικής τους. Έχουν μία κοινή γραμμή ως προς τον ήχο, ένα rock/rock ‘n’ roll υπόβαθρο. Με επιρροές από Rolling Stones, ZZ Top, White Stripes, T. Rex κ.ά. κινούμενοι στον ήχο των 70’s, γενικότερα. Το σώμα του συγκροτήματος απαρτίζουν οι (με αλφαβητική σειρά): –Leslie, με τη μαγική κιθαρωδία που άλλοτε είναι βελούδινη και νωχελική κι άλλοτε δυναμική και σπιντάτη, –Theo, με την καταπληκτική “μπλουζιάρα” φωνή, με πίεση και γρέζι (και την απίστευτη αγγλική προφορά), –Πανάγος, επιβλητικός κι εντυπωσιακός πίσω από το ντραμ σετ του, κάθε χτύπος των στικς σετάρει σε ρυθμό καρδιά και πόδια και last but not least -o Πολωνός, ο “σκιώδης” υπεύθυνος στην εδραίωση της αρμονικής και μελωδικής κατεύθυνσης της μουσικής τους.
Έμφανίσεις τους και συνεργασίες:
Άκουσέ τους ΕΔΩ:
Γνωρίζοντας από πρώτο χέρι, είναι αρκετά δύσκολο να μεγαλώνεις σε επαρχία, καθώς κάθετί ξεχωριστό αντιμετωπίζεται με επιφυλακτικότητα και δυσπιστία. Εκ προοιμίου, ξέρεις πως όσο μικρότερο είναι το κοινό αριθμητικά, τόσο δυσκολότερο να το πείσεις κι οι Drunk Jackals τα έχουν καταφέρει και με το παραπάνω. . Keep on rockin’
♦FB page: Drunk Jackals
♦Email: drunkjackals@gmail.com
♦Website: Drunk Jackals Tumblr
Good luck guys….keep rolling ….